ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ
Το
Ελληνικό Στρατιωτικό Πραξικόπημα
(Καθεστώς των Συνταγματαρχών)
Η Διαμάχη για την Κύπρο και η Πτώση της Χούντας
1964-1974:
Ειρηνευτικές προσπάθειες
Ταυτόχρονα με την εγκαθίδρυση ειρηνευτικής δύναμης, το Συμβούλιο
Ασφαλείας πρότεινε επίσης τον διορισμό μεσολαβητή από τον Γενικό
Γραμματέα, που θα ηγούταν των ειρηνευτικών προσπαθειών. Ο U Thant,
ο τότε Γενικός Γραμματέας, διόρισε τον Φινλανδό διπλωμάτη Sakari
Tuomioja.
Ο
Sakari Tuomioja απέρριψε την ένωση με τη δικαιολογία πως δεν ήταν
αποδεκτό για έναν επίσημο του ΟΗΕ να προτείνει λύση που θα οδηγούσε
στη διάλυση ενός κράτους-μέλους του ΟΗΕ. Οι Ηνωμένες Πολιτείες
κράτησαν διαφορετική στάση. Στις αρχές ιουνίου, έπειτα από νέα
τουρκική απειλή παρέμβασης, η Ουάσιγκτον ξεκίνησε μία ανεξάρτητη
πρωτοβουλία με τον Dean Acheson, πρώην Γραμματέα της Κυβέρνησης.
Τον
Ιούλιο ο Dean Acheson έθεσε επί τάπητος σχέδιο ένωσης της Κύπρου
με την Ελλάδα. Σε αντάλλαγμα αυτού η Τουρκία θα αποκτούσε ηγεμονική
στρατιωτική βάση στο νησί. Επίσης θα δίνονταν μειονοτικά δικαιώματα
στους Τουρκοκύπριους, τα οποία θα επιτηρούνταν από ξένο εντεταλμένο.
Ο Μακάριος απέρριψε την πρόταση, υποστηρίζοντας πως η παραχώρηση
εδαφών στην Τουρκία αποτελούσε περιορισμό της ένωσης και πως η
Άγκυρα θα αποκτούσε τη δυνατότητα να επεμβαίνει στις υποθέσεις
στο νησί. Προτάθηκε δεύτερη εκδοχή του σχεδίου σύμφωνα με την
οποία προσφερόταν στην Τουρκία η δυνατότητα 50-ετούς ιδιοκτησιας
βάσης στο νησί. Η πρόταση απορρίφθηκε τόσο από τους Ελληνοκύπριους
όσο και από την Τουρκία. Έπειτα από αρκετές προσπάθειες εξεύρεσης
λύσης, οι Ηνωμένες Πολιτείες αναγκάστηκαν να σταματήσουν τις προσπάθειες.
Αμέσως
μετά τον αιφνίδιο θάνατο του Φινλανδού Πρέσβη Tuomioja τον Αύγουστο,
ο Galo Plaza πήρε τη θέση του. Τον Μάρτιο του 1965 ο Plaza παρουσίασε
αναφορά που επέκρινε τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές για τη μη δέσμευσή
τους για επίτευξη συμφωνίας. Παρόλο που κατανοούσε την ελληνοκυπριακή
φιλοδοξία για ένωση, πίστευε πως οποιαδήποτε προσπάθεια ένωσης
θα έπρεπε να βασίζεται σε εθελοντική εκκρεμοδικία. Παρομοίως,
θεωρούσε πως οι Τουρκοκύπριοι θα έπρεπε να αποφύγουν να απαιτήσουν
ομοσπονδιακή λύση του προβλήματος.
Παρόλο
που οι Ελληνοκύπριοι τελικά αποδέχθηκαν την αναφορά, παρόλο που
αυτή αντιτιθόταν στην ιδέα της άμεσης ενώσεως, η Τουρκία και οι
Τουρκοκύπριοι απέρριψαν το σχέδιο, καλώντας τον Plaza να παραιτηθεί
με την πρόφαση πως είχε υπερβεί τις δικαιοδοσίες του προωθώντας
συγκεκριμένες προτάσεις. Οι Ελληνοκύπριοι πάντως κατέστησαν σαφές
πώς, εάν ο Galo Plaza παραιτούταν, θα αρνούνταν να αποδεχθούν
τον αντικαταστάτη. Ο U Thant δεν είχε άλλη επιλογή από το να εγκαταλείψει
την προσπάθεια μεσολάβησης. Το τέλος της μεσολάβησης επιβεβαιώθηκε
όταν, στο τέλος του χρόνου, ο Plaza παραιτήθηκε και δεν αντικαταστάθηκε.
Τον
Μάρτιο του 1966, τέθηκε σε εφαρμογή μία πιο λιτή ειρηνευτική προσπάθεια
υπό τη σκέπη του Carlos Bernades, Ειδικού Αντιπροσώπου του Γενικού
Γραμματέα για την Κύπρο. Αντί να γίνει προσπάθεια ανάπτυξης επίσημων
προτάσεων προς συζήτηση από τα κόμματα, προσπάθησε να ενθαρρύνει
τις δύο πλευρές ώστε να συμφωνήσουν για εξεύρεση λύσης μέσα από
τον ευθύ διάλογο. Πάντως, το πολιτικό χάος που εκτυλισσόταν στην
Ελλάδα εμπόδισε την έναρξη οποιωνδήποτε. Ουσιαστικών συζητήσεων.
Η κατάσταση άλλαξε τον επόμενο χρόνο.
Στις
21 Απριλίου 1967 το πραξικόπημα στην Ελλάδα έφερε στην εξουσία
τη στρατιωτική Χούντα. Μόλις λίγους μήνες αργότερα, τον Νοέμβριο
του 1967, στην Κύπρο εκτυλίχθηκαν οι χειρότερες μάχες από το 1964.
Σε απάντηση της μεγάλης ελληνοκυπριακής επίθεσης σε Τουρκοκυπριακά
χωριά στο νότιο τμήμα του νησιού, οι οποίες άφησαν πίσω τους 27
νεκρούς, η Τουρκία βομβάρδισε τις ελληνοκυπριακές δυνάμεις και
έδειχνε έτοιμη για άμεση επέμβαση. Η Ελλάδα αναγκάστηκε να συνθηκολογήσει.
Ακολούθως
της διεθνούς παρέμβασης, η Ελλάδα συμφώνησε να ανακαλέσει τον
Στρατηγό Γεώργιο Γρίβα, Διοικητή της Ελληνοκυπριακής Εθνικής Φρουράς
και πρώην ηγέτη του ΕΟΚΑ, καθώς και να μειώσει τον αριθμό των
ελληνικών δυνάμεων στο νησί. Εκμεταλλευόμενοι την αδυναμία των
Ελληνοκυπρίων, οι Τουρκοκύπριοι εξήγγηλαν τη δική τους προσωρινή
διοίκηση. Ο Μακάριος αμέσως ανακήρυξε παράνομη τη νέα διοίκηση.
Πάντως, είχε ήδη επιτελεστεί μία μεγάλη αλλαγή.
Μαζί
με τους περισσότερους Ελληνοκύπριους, ο Αρχιεπίσκοπος άρχισε να
αποδέχεται πως οι Τουρκοκύπριοι έπρεπε να αποκτήσουν κάποιου είδους
πολιτική αυτονομία. Συνειδητοποίησε επίσης πως η ένωση της Κύπρου
με την Ελλάδα δεν ήταν δυνατή υπό τις παρούσες συνθήκες. Μεταξύ
του Μαςιου του 1968 και του Ιουλίου του 1974 πραγματοποιήθηκαν
άλλοι τέσσερις αποτυχημένοι κύκλοι συζητήσεων εξαιτίας της αδράνειας
των δύο αντιμαχόμενων πλευρών.
|