Αρχαία
Κόρινθος
Η
τοποθεσία της Αρχαίας Κορίνθου κατοικήθηκε για πρώτη φορά κατά
τη Νεολιθική περίοδο (5000-3000 π.Χ.). Η εποχή της ακμής της πόλης,
πάντως, άρχισε τον 8ο αιώνα π.Χ. και διήρεσε μέχρις ότου η πόλη
καταστράφηκε από τον Ρωμαίο στρατηγό Μουμμιο το 146 π.Χ.. αντιπροσωπευτικός
του πλούτου της είναι ο Δωρικός ναός του Απόλλωνα που χτίστηκε
το 550 π.Χ..
Η
πόλη επανακατοικήθηκε το 44 π.Χ. και σταδιακά
αναπτύχθηκε και πάλι. Το 51/52 μ.Χ., ο Απόστολος
Παύλος επισκέφθηκε την Κόρινθο. Το κέντρο της
πόλης εκτεινόταν νότια του ναού του Απόλλωνα και
περιελάμβανε καταστήματα, μικρά τεμένη, συντριβάνια,
λουτρά και άλλα δημόσια κτήρια.
Η
εισβολή των Ερούλων το 267 π.Χ., σήμανε την παρακμή
της πόλης, η οποία πέρασε από πολλές ακόμα εισβολές
και καταστροφές εως ότου ελευθερώθηκε από τον
Τουρκικό ζυγό το 1822.
Περιορισμένες
ανασκαφές διεξήχθησαν το 1892 και το 1906 από την αρχαιολογική
Κοινότητα της Αθήνας, υπό την καθοδήγηση του Α.Σκια. Οι συστηματικές
ανασκαφές στην περιοχή, που άρχισαν από την Αμερικανική Σχολή
Κλασικών Σπουδών το 1896, συνεχίζονται μέχρι και σήμερα και έχουν
φέρει στο φως την αγορά, διάφορους ναούς, συντριβάνια, καταστήματα,
λουτρά και πολλά άλλα μνημεία. Οι έρευνες επεκτάθηκαν επίσης στο
οχυρό της Ακροκορίνθου, σε προϊστορικούς οικισμούς, στο ωδείο,
στο Ασκληπείο, στα κοιμητήρια, στο οικοδομικό τετράγωνο των κεραμευτών
και σε άλλα κτήρια έξω από την αρχαιολογική τοποθεσία.
Αρχαιολογικό
Μουσείο Κορίνθου
Το μουσείο χτίστηκε το 1931/32 από τον αρχιτέκτονα
W. Stuart Thompson και επεκτάθηκε στα ανατολικά
το 1950. Περιέχει συλλογές προϊσορικών ευρημάτων,
ποικίλλα αντικείμενα κατασκευασμένα μεταξύ της
Γεωμετρικής και της Ελληνιστικής περιόδου, Ρωμαϊκά
και Βυζαντινά ευρήματα, αντικείμενα από τις ανασξαφές
στο Ασκληπείο της Κορίνθου καθώς και μία συλλογή
γλυπτών και επιγραφών.
Τα
σημαντικότερα αντικείμενα της έκθεσης είναι:
Μεγάλος
Μυκηναϊκός κρατήρας του 1200 π.Χ., διακοσμημένος με μια χρωματιστή
αναπαράσταση πολεμιστών πάνω σε άρματα.
Κορινθιακό
αμφορέα με καπάκι. Φέρει αναπαράσταση δύο εραλδικών
πετεινών και μιας διπλής παλμέτας στο κέντρο του.
Χρονολογείται περί το 600 π.Χ..
Μαρμάρινη
σφίγγα νεκρικού μνημείου. Αναπαύεται στα πίσω
πόδια και στηρίζεται στα εμπρόσθια. Διατηρούνται
ίχνη χρωματιστής διακόσμησης στον κορμό και στα
φτερά. Προέρχεται από την Κόρινθο και χρονολογείται
περί τα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ..
Μωσαϊκό πάτωμα από χαλίκια με αναπαράσταση ενός
γρύπα που κατασπαράσει ένα άλογο. Είναι ένα από
τα αρχαιότερα διατηρημένα μωσαϊκά, χρονολογούμενο
περί το 400 π.Χ..
Μαρμάρινο
άγαλμα νεαρού Ρωμαίου, πιθανόν του Λούσιου Καίσαρα,
γιού του Αυγούστου, χρονολογούμενο στα τέλη του
1ου αιώνα π.Χ. ή στις αρχές του 1ου αιώνα μ.Χ..
Μιμείται ένα πρωτότυπο παρόμοιο ελληνικό έργο
του 4ου αιώνα π.Χ..
Αγάλματα βαρβάρων σκλάβων. Δύο μαρμάρινα, μεγέθους
μεγαλύτερου από το φυσικό, που απεικονίζουν βαρβάρους
σκλάβους. Διακοσμούσαν τους κίονες με Κορινθιακά
κιονόκρανα, οι οποίοι στήριζαν την οροφή της “Πρόσοψης
των Αιχμαλώτων”, δηλαδή μιας δυόροφης στοάς δυτικά
των Προπυλαίων. Χρονολογείται γύρω στον 2ο αιώνα
μ.Χ..
Μωσαϊκό πάτωμα διακοσμημένο με το κεφάλι του Διονύσου,
περιστοιχιζόμενου από διακόσμηση. Προέρχεται από
ρωμαίκή έπαυλη και χρονολογείται από τον 2ο αιώνα
μ.Χ..
Βυζαντινό
επισμαλτωμένο πιάτο. Διακοσμείται από μια απεικόνιση
του Διγενή Ακρίτα και μιας πριγκήπισσας και χρονολογείται
από τον 12ο αιώνα μ.Χ.. Ανήκει σε σειρά εισαγόμενων
Βυζαντινών αγγείων, που χρονολογούνται μεταξύ
του 9ου και του 14ου αιώνα μ.Χ..
Το
οχυρό της Ακροκορίνθου
Το
οχυρό είναι το σημαντικότερο οχυρωματικό έργο
της εποχής, από την αρχαιότητα εως και τα νεότερα
χρόνια. Η ιστορία του οχυρού είναι στενά συνδεδεμένη
με αυτή της Κορίνθου. Τομείς του τείχους διαφοροποιούνται
μεταξύ τους, έχοντας χαρακτηριστικά της αρχαίας
προ-Χριστιανικής εποχής, της Βυζαντινής περιόδου,
της Φραγκικής κατοχής, της κυριαρχίας των Βενετών,
ακόμα και της περιόδου της Τουρκικής κυριαρχίας.
Το κάστρο είναι προσβάσιμο από τη δυτική πλευρά,
καθώς φεύγουμε από τον σημερινό οικισμό της Αρχαίας
Κορίνθου.
Το
οχυρό προτατεύεται από σύστημα τριών κλειστών
τειχών, ενδυναμωμένων με πύργους. Στην ψηλότερη
από τις δύο κορυφές του λόφου υπάρχουν ίχνη του
ναού της Αφροδίτης, τοποθεσία όπου αργότερα χτίστηκε
εκκλησία καθώς και Τουρκικό τέμενος. Η δεύτερη
κορυφή, στο νοτιοδυτικό άκρο, οχυρώθηκε κατά τη
διάρκεια της Φραγκοκρατίας. Ίχνη εκκλησιών, τεμένων,
οικιών, συντριβανιών και υδροδεξαμενών διατηρούνται
μεταξύ του δεύτερου και του τρίτου οχυρωματικού
τείχους.
Εργασίες
συντήρησης και αναστύλωσης έχουν διεξαχθεί σε διάφορα μέρη των
τειχών καθώς και σε αρκετά κτήρια. Η πηγή του Άνω Πυρήνα αναστυλώθηκε
περί το 1930. Το 1965-66 η γέφυρα πάνω από την ξερή τάφρο και
το φυλάκιο στην είσοδο αναστυλώθηκαν. Το 1972-73 το τείχος μεταξύ
των πυλών Α και Β ενισχύθηκε. Η βόρεια απόληξη του δεύτερου τείχους
κοντά στο Κανόνι ενισχύθηκε το 1978. Δύο χρόνια αργότερα, μέρη
της εξωτερικής πλευράς του τρίτου τείχους, επίσης, ενισχύθηκαν.
Μεταξύ 1993 και 1995, η γέφυρα πάνω από την τάφρο αντικαταστάθηκε
και το τείχος μεταξύ των πυλών Α και Β ενιχύθηκε, ενώ μέρη της
επίστρωσης στο καλντερίμι επισκευάστηκαν.
Ανασκαφές διεξήχθησαν από την αμερικανική Σχολή
το 1926 στο υψηλότερο σημείο της Ακροκορίνθου,
τοποθεσία που χρησιμοποιούταν συνεχώς από την
Αρχαϊκή εποχή εως τις αρχές του 19ου αιώνα. Την
ίδια περίοδο, κατά τις ανασκαφές ανοίχθηκαν χαντάκια
στην ευρύτερη περιοχή, μέχρι και την πηγή του
Άνω Πυρήνα, αποκαλύπτοντας ένα κοιμητήριο από
την εποχή της Τουρκικής κυριαρχίας.
Ώρες λειτουργίας και τιμή εισιτηρίου
|